Άγης Αθανασιάδης
Εμείς
«Ο άνθρωπος είναι ένα μυθιστόρημα: Μέχρι και την τελευταία σελίδα δεν γνωρίζεις πώς θα τελειώσει. Αλλιώς δεν θα άξιζε να το διαβάσεις…»
Η νέα έκδοση του «ΕΜΕΙΣ», του αρχετυπικού δυστοπικού μυθιστορήματος, του Ρώσου συγγραφέα και σεναριογράφου Yevgeny Zamyatin (1884, Λεμπεντιάν – 1937, Παρίσι), από τα Ρωσικά για πρώτη φορά, από τις (εξαιρετικές) εκδόσεις «Έρμα» (σελ.292), σε (έξοχη) μετάφραση της Σοφίας Αυγερινού (και επίμετρα της Ursula Le Guin και του George Orwell), είναι (χωρίς αμφιβολία), ένα από τα λογοτεχνικά γεγονότα της χρονιάς που φεύγει.
Οι παλαιότεροι από εμάς, που ήμασταν φοιτητές στα τέλη της δεκαετίας του 70 και στις αρχές της δεκαετίας του ’80, θυμούνται με νοσταλγία την έκδοση του «Πλέθρου» (από χρόνια εξαντλημένη πλέον), που είχε βγει τότε (σε αξιόλογη μετάφραση από τα Αγγλικά της Ε.Αλεξανδράκη), και το σοκ που είχε προκαλέσει η ανάγνωση του βιβλίου, που χωρίς να γνωρίζουμε τον όρο «δυστοπία», είχε προκαλέσει πολλές συζητήσεις στους βιβλιοφιλικούς κύκλους (και όχι μόνο). Οι εκδόσεις που ακολούθησαν από άλλους εκδοτικούς οίκους, όλες αξιόλογες, δεν ήταν από το πρωτότυπο, γι’ αυτό θεωρώ σημαντική την έκδοση αυτού του μείζονος λογοτεχνικού έργου του 20ου αιώνα, σε μετάφραση από την γλώσσα που γράφτηκε.
Το «ΕΜΕΙΣ», γράφτηκε στις αρχές της τρίτης δεκαετίας του 20ου, στα πρώτα χρόνια της Ρωσικής επανάστασης και είχε την ατυχία να είναι το πρώτο έργο, του οποίου απαγορεύτηκε η έκδοση από το νεαρό επαναστατικό καθεστώς της (τότε) Ε.Σ.Σ.Δ. Το βιβλίο όμως του Ζαμιάτιν, βρήκε τον εκδοτικό του δρόμο, δια της τεθλασμένης, κυκλοφορώντας σε αγγλική μετάφραση το 1924, στα τσέχικα το 1927 και στα γαλλικά το 1929, ενώ εκδόθηκε για πρώτη φορά στη μητρική του γλώσσα το 1952 στις Η.Π.Α.! Έπρεπε να περάσουν 36 χρόνια, ώστε το 1988 να εκδοθεί στη χώρα του. Το βιβλίο αυτό, είναι ένα από τα πρώτα «δυστοπικά» μυθιστορήματα που εκδόθηκαν στον Δυτικό κόσμο (παρακάτω θα αναφέρω επιρροές και «δάνεια»), και αποτέλεσε την βάση (άντε, και κάτι παραπάνω) για εξαιρετικά λογοτεχνικά έργα, όπως «Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος» του Aldus Huxley (1932), το «Πρόσκληση σε έναν αποκεφαλισμό» του Vladimir Nabokov (1935), ο «Ύμνος» της Ayn Rand (1938), και βέβαια το «1984» του George Orwell (1949) αλλά και αρκετά άλλα. Σε μερικές περιπτώσεις, η κλοπή είναι εμφανέστατη (στον «Ύμνο» της Ραντ π.χ.), σε κάποιες άλλες, οι συγγραφείς έχουν χρησιμοποιήσει ιδέες και στοιχεία του έργου του Ζαμιάτιν.
Στο «ΕΜΕΙΣ», βρισκόμαστε περίπου 1000 χρόνια μετά την σημερινή εποχή και διαβάζουμε το ημερολόγιο του κορυφαίου επιστήμονα Δ-503, κατοίκου του Μονοκράτους, ο οποίος είναι ο κατασκευαστής του «Ολοκληρώματος», ενός διαστημόπλοιου, με το οποίο το καθεστώς του Μονοκράτους, σχεδιάζει να κατακτήσει το σύμπαν και να «εξαναγκάσει» σε ευτυχία, τα πλάσματα που θα βρει σε άλλους πλανήτες και ζουν σε κατάσταση «άγριας ελευθερίας». Στο Μονοκράτος δεν υφίσταται η έννοια της Δημοκρατίας, καθώς οι ζωές των πολιτών του, ελέγχονται και παρακολουθούνται.
Οι κάτοικοι του Μονοκράτους δεν έχουν όνομα, αλλά έναν αριθμό με τον οποίο αναγνωρίζονται, τρώνε όλοι τα ίδια χάπια ενώ στον δρόμο πρέπει να περπατάνε και να στοιχίζονται σε τετράδες με χαρούμενη διάθεση. Ζούνε και δουλεύουν σε κτίρια από γυαλί, με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ορατοί από όλους, ενώ η ερωτική πράξη είναι προγραμματισμένη, αφού τους δίνονται ροζ κουπόνια, τα οποία παραδίδουν στους φύλακες των διαμερισμάτων τους. Μόνο σε αυτή την περίπτωση και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μπορούν να κλείνουν τις περσίδες των διαμερισμάτων που διαμένουν.
«Εν ονόματι του Ευεργέτη ανακοινώνεται σε όλους τους Αριθμούς του Μονοκράτους: Καθένας που νιώθει πως έχει τη δύναμη, υποχρεούται να συνθέσει δοκίμια, ποιήματα, μανιφέστα, ωδές ή άλλα έργα για την ομορφιά και το μεγαλείο του Μονοκράτους.»
«Αυτό θα είναι το πρώτο φορτίο που θα μεταφέρει το ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑ.»
«Ζήτω το Μονοκράτος, ζήτω οι αριθμοί, ζήτω ο Ευεργέτης!»
Το γράφω – και το νιώθω: Τα μάγουλά μου καίνε. Ναι : να ολοκληρώσουμε τη μεγαλειώδη εξίσωση του σύμπαντος. Ναι: να ευθυγραμμίσουμε την άγρια καμπύλη, να την εξισώσουμε με την εφαπτομένη – την ασύμπτωτο – την ευθεία. Γιατί η γραμμή του Μονοκράτους – είναι η ευθεία. Η μεγάλη, θεϊκή, ακριβής, σοφή ευθεία – η σοφότερη των γραμμών…
Εγώ, ο Δ-503, κατασκευαστής του ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΑΤΟΣ – είμαι μόνο ένας από τους μαθηματικούς του Μονοκράτους. Εγώ είμαι μαθημένος στα ψηφία των αριθμών, η πένα μου δεν έχει τη δύναμη να αποδώσει τη μουσική των παρηχήσεων και της ρίμας. Εγώ απλώς προσπαθώ να καταγράψω αυτό που βλέπω, αυτό που σκέφτομαι – ή, για να είμαι πιο ακριβής, αυτό που σκεφτόμαστε (ακριβώς έτσι: εμείς, και ας είναι αυτό το ΕΜΕΙΣ ο τίτλος των σημειώσεών μου). Αλλά κι αυτές θα είναι βγαλμένες από τη ζωή μας, από τη μαθηματική τελειότητα της ζωής στο Μονοκράτος κι αν είναι έτσι, δεν θα είναι, από μόνες τους και πέρα από τη θέλησή μου, ένα ποίημα; Θα είναι – το πιστεύω και το γνωρίζω.»
Σε αυτό το άψογα ρυθμισμένο κράτος-πολιτεία, τι θα μπορούσε να προκαλέσει μια επανάσταση, αφού ο κάθε πολίτης οφείλει να τηρεί ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα; Μήπως ο έρωτας, θα αποτελούσε την «κερκόπορτα» στο σύστημα;
Ο Δ-503 έχει μια «σταθερή σεξουαλική σχέση» με την Ο-90, με την οποία συνευρίσκονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, αλλά όταν γνωρίσει την Ι-330, θα γοητευτεί σε βαθμό πολύ επικίνδυνο. Η Ι-330 διαφέρει πολύ από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο του Μονοκράτους έχει γνωρίσει ο Δ-503 στη ζωή του. Αινιγματική και με ισχυρή προσωπικότητα, θα παρασύρει τον άβουλο επιστήμονα, αλλάζοντάς του τη ζωή. Το ζευγάρι θα συναντηθεί στην «Αρχαία Οικία» ∙ ένα σπίτι-μουσείο παλαιότερων αιώνων που διατηρεί το καθεστώς, προστατευμένο από ένα γυάλινο κέλυφος για να μη καταρρεύσει, με δωμάτια, πιάνο, βιβλιοθήκες, παιδικά παιχνίδια, στο οποίο η Ι-330 δείχνει ιδιαίτερα εξοικειωμένη. Εκείνη του προτείνει να συναντιούνται κρυφά, κι ότι έχει την ικανότητα να μπορέσει να του εξασφαλίσει χαρτί ασθενείας, ο Δ-503 αρνείται, αλλά κάτι μέσα του έχει αρχίσει να αλλάζει, ενώ βλέπει ότι παρακολουθούνται από την Ασφάλεια, με έναν πράκτορα τον S-4711 (αναφορά του συγγραφέα στην δημοφιλέστατη τον 19ο αιώνα κολώνια), να τους δίνει ιδιαίτερη προσοχή.
Ο Δ-503 αρχίζει να έχει όνειρα και να ξυπνάει αναστατωμένος μέσα στη νύχτα (πράγματα πρωτόγνωρα γι’αυτόν), ενώ όταν θα έρθει σε ερωτική επαφή με την Ι-330 χωρίς το ροζ κουπόνι – μια πράξη επαναστατική αφού ξεφεύγει για πρώτη φορά από τη νόρμα -, μέσα από το ερωτικό του παραλήρημα θα αρχίσει να βλέπει τον εαυτό του ως μια οντότητα, ως μια αυτόνομη προσωπικότητα. Θα είναι αφηρημένος στη δουλειά του, κάτι πολύ επικίνδυνο, καθώς η κατασκευή του διαστημόπλοιου φτάνει προς την ολοκλήρωσή της και οι δοκιμές πλησιάζουν, ενώ η Ι-330 δεν θα αργήσει να του φανερώσει ότι, αποτελεί ηγετικό στέλεχος μιας ανατρεπτικής οργάνωσης ανθρώπων που ζουν έξω από τα όρια του Μονοκράτους. Η κατάσταση θα μπερδευτεί ακόμα περισσότερο, όταν η Ο-90 θα του ζητήσει να την βοηθήσει να τεκνοποιήσει – κάτι που απαγορεύεται από το καθεστώς κι ενώ ο S-4711, αλλά και η γηραιά φύλακας-θυρωρός του κτιρίου που διαμένει, δείχνουν ότι γνωρίζουν κάθε του κίνηση. Ο Δ-503 συνειδητοποιεί την φύση του καθεστώτος το οποίο υπηρετεί, το απάνθρωπο πρόσωπο της εξουσίας, την πολυσχιδή φύση των ανθρώπων.
«… Πετάχτηκα πάνω:
«Είναι αδιανόητο! Είναι γελοίο! Δεν έχεις καταλάβει ακόμη πως αυτό που μηχανεύεστε ισοδυναμεί με επανάσταση;»
«Ναι, επανάσταση! Και γιατί να είναι αυτό γελοίο;»
«Είναι γελοίο γιατί δεν μπορεί να υπάρξει καμία επανάσταση. Γιατί η δική μας – εγώ μιλάω, όχι εσύ -, η δική μας επανάσταση ήταν η τελευταία. Δεν μπορούν να υπάρξουν άλλες επαναστάσεις… Όλοι το ξέρουν αυτό…»
Ειρωνικό, αιχμηρό τρίγωνο των φρυδιών.
«Αγαπημένε μου, εσύ είσαι μαθηματικός. Κι επίσης είσαι και φιλόσοφος – λόγω των μαθηματικών. Εντάξει λοιπόν: Πες μου ποιος είναι ο έσχατος αριθμός».
«Δηλαδή; Δεν… δεν καταλαβαίνω: ποιος έσχατος;»
«Ε, να, ο έσχατος, ο ανώτερος, ο μέγιστος…»
«Έλα τώρα, Ι, αυτό είναι γελοίο. Αφού ο αριθμός των αριθμών είναι άπειρος, πώς θες να υπάρχει ένας έσχατος αριθμός;»
«Κι εσύ πώς θες να υπάρχει μια έσχατη επανάσταση; Δεν υπάρχει έσχατη επανάσταση, οι επαναστάσεις είναι άπειρες.
Η έσχατη – αυτό είναι για παιδάκια: Τα παιδιά τα τρομάζει το άπειρο κι είναι απαραίτητο, για να κοιμούνται ήσυχα τα παιδιά τη νύχτα…» »
Το μυθιστόρημα του Ζαμιάτιν έχει ένταση και ρυθμό, ατμόσφαιρα και λυρικότητα, ζωντάνια και φρεσκάδα. Είναι πολυεπίπεδο και με εξαιρετική δομή που είναι ταυτόχρονα και προφητικό σε μια σειρά θεμάτων. Μπορεί στον σημερινό αναγνώστη να μη κάνουν εντύπωση κάποιες λεπτομέρειες στην πλοκή, αλλά όταν συνειδητοποιήσει ότι αυτά, γραφόντουσαν, το 1922-23 ξαφνιάζεται.
Ο συγγραφέας συμπυκνώνει στην αφήγησή του αρχαιοελληνικούς μύθους, σκηνές από την Παλαιά Διαθήκη, από την φιλοσοφία του Πλάτωνα, από την «Ουτοπία» του Thomas More και την «Πόλη του Ήλιου» («Civitas Solis») του Τομάζο Καμπανέλα, αλλά και τις λογοτεχνικές απόπειρες των τελευταίων χρόνων του 19ου αιώνα, και των αρχών του 20ου, από συγγραφείς όπως ο Edward Bellamy («Κοιτώντας το παρελθόν (1888)») και H.G.Wells («Μηχανή του Χρόνου» (1895) και «Ο Αόρατος Άνθρωπος»(1897). Ιδιαίτερα ο Βρετανός H.G.Wells άσκησε μεγάλη επιρροή στον Ζαμιάτιν, ο οποίος έγραψε μια μονογραφία/δοκίμιο γι’ αυτόν το 1922, ενώ επίβλεψε τις μεταφράσεις των έργων του στα Ρωσικά. Γενικότερα στην πλοκή του «ΕΜΕΙΣ» διακρίνουμε εξωτερικά στοιχεία από μυθιστορήματα του H.G.Wells.
Ο Ζαμιάτιν όμως πηγαίνει ένα ή και πολλά βήματα, μακριά από τις επιρροές του, χρησιμοποιώντας την σύνδεση του σεξ με την επανάσταση, καθώς η Ι-330, σαγηνεύει και έλκει κοντά της, τον Δ-503, μέσω της ερωτικής πράξης, κι ενώ εκείνος είναι ερωτευμένος μαζί της, ενεργοποιείται η ανθρώπινη φύση του, προβληματιζόμενος για την καταγωγή του, τον εαυτό του, τη ζωή που ζει.
Φιλοσοφικό, προφητικό αλλά και τραγικά επίκαιρο, το «ΕΜΕΙΣ», θέτει στον αναγνώστη, μια σειρά από ερωτήματα για την ανθρώπινη φύση αλλά και για τις «Ουτοπίες» που μετατρέπονται σε «Δυστοπίες». Είναι οι «ουτοπίες» καταδικασμένες να εξελιχθούν σε αυταρχικά καθεστώτα; Ποια είναι η σχέση τους με την ευτυχία και την ευμάρεια; Πώς προσαρμόζονται οι σκεπτόμενοι άνθρωποι που αμφισβητούν και έχουν διαρκώς ερωτήματα, σε μια κοινωνία που έχει για κύριο μέλημά της, την οργάνωση με κάθε τρόπο; Για να επιτύχει μια «ουτοπία», πρέπει να οικοδομήσουμε το σύστημα σιγά-σιγά ή να αλλάξουμε τους εαυτούς μας; Σε ένα κράτος πλήρως ελεγχόμενο, που βρίσκεται ο άνθρωπος; Εκείνο όμως που σε πρώτο τουλάχιστον επίπεδο γοητεύει τον σημερινό αναγνώστη, είναι η ποιητικότητα του κειμένου, το χιούμορ και το κοινωνικό σχόλιο, οι εκπληκτικές λεπτομέρειες μιας κοινωνίας που στοιχεία της, είδαμε τα επόμενα χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε το βιβλίο.
Ο Ζαμιάτιν περιγράφει μια μελλοντική κοινωνία, με ανθρώπους ρομπότ, πλήρως υποταγμένους και χωρίς δυνατότητα κριτικής σκέψης. Είναι ένας εφιαλτικός κόσμος, που μπορεί (όπως δείχνει η πλοκή του βιβλίου), να γίνει ακόμα πιο σκοτεινός και απάνθρωπος. Οι ήρωες της ιστορίας του είναι καταδικασμένοι να συντριβούν, όπως οι ανεξάρτητες φωνές στο καθεστώς που έχει ήδη επικρατήσει στη χώρα που ζούσε και έγραφε ο συγγραφέας, πράγμα που όταν το συνειδητοποιήσει ο αναγνώστης, κάνει το βιβλίο ακόμα πιο εφιαλτικό – όταν γράφτηκε το «ΕΜΕΙΣ», δεν είχε ξεκινήσει η εποχή του Στάλιν (εκείνος ήταν ακόμα υψηλόβαθμο στέλεχος του Κόμματος), όμως ο Ζαμιάτιν καίριος και ευφυής έβλεπε το μέλλον να έρχεται γοργά.
Ο Ζαμιάτιν σπούδασε ναυπηγός μηχανικός, εξορίστηκε μετά την επανάσταση του 1905, και έγινε μέλος του κόμματος των Μπολσεβίκων αργότερα, ενώ εξορίστηκε ξανά το 1911, για να επιστρέψει στη χώρα του δυο χρόνια μετά, όταν άρχισε και η συγγραφική του πορεία. Η διαμονή του στην Μ.Βρετανία, δουλεύοντας ως ναυπηγός μηχανικός και επιβλέποντας την ναυπήγηση του μεγαλύτερου Ρωσικού παγοθραυστικού, τον επηρέασε βαθιά, γράφοντας το πρώτο του μυθιστόρημα, όπου σατιρίζει την Αγγλική κοινωνία και τις συνήθειές της. Παρότι στήριξε την επανάσταση, πολύ νωρίς διαχώρισε τη θέση του, με κείμενα όπου προβληματιζόταν για τη φύση και την πορεία της. Το «ΕΜΕΙΣ» απαγορεύτηκε να εκδοθεί στη χώρα του, βγαίνοντας κατευθείαν σε Αγγλική μετάφραση, αλλά τουλάχιστον αντίτυπα από την Τσέχικη κυρίως έκδοση του 1927, κυκλοφόρησαν παράνομα στην ΕΣΣΔ. Η σημαντική θέση του ως ναυπηγός, τον είχε κάνει απαραίτητο, και παρά τη δυσαρέσκεια του Σταλινικού (πλέον) καθεστώτος, δεν κυνηγήθηκε και κατάφερε να πάρει άδεια αναχώρησης στο εξωτερικό, όπου κατέφυγε στη Γαλλία το 1931. Εκεί εργάστηκε για λίγο σε κινηματογραφικές παραγωγές ως σεναριογράφος, αλλά στη μεγαλύτερη διάρκεια της παραμονής του, στο Παρίσι, έζησε σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Πέθανε το 1937 από καρδιακή προσβολή αφήνοντας ημιτελές το τελευταίο του μυθιστόρημα.
Πηγή: Librofilo (2/12/2022)