Βίκυ Λιακοπούλου – Ο Félix Fénéon και οι «Ιστορίες σε τρεις γραμμές»

Από Nikos

Βίκυ Λιακοπούλου

Ο Félix Fénéon και οι «Ιστορίες σε τρεις γραμμές»

 

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη στήλη ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ, ΜΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ που επιμελείται η Μαρία Σφυρόερα για τη διαδικτυακή σελίδα της ΕΡΤ

 

Τι είναι οι Ιστορίες σε τρεις γραμμές;

Αυτό είναι ένα ένα παράξενο βιβλίο χωρίς συγγραφική πρόθεση να γίνει βιβλίο, ο συγγραφέας του ποτέ δεν το υπέγραψε αλλά δημοσίευσε όλες αυτές τις ιστορίες από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο του 1906 στη γαλλική εφημερίδα Le Matin, σε μια ανώνυμη στήλη, με τον ομώνυμο τίτλο. Συγκεντρώθηκαν σε λευκώματα αποκομμάτων από την ερωμένη τού Φελίξ Φενεόν, Καμίλ Πλατέλ (Camille Plateel) και τη σύζυγό του Φανί Γκουμπό (Fanny Goubaux). Οι Ιστορίες σε τρεις γραμμές είναι ένα υποδειγματικό μοντέλο από faits-divers, πρόκειται δηλαδή για αταξινόμητες ειδήσεις καθημερινών αναταραχών σε πολύ μικρή έκταση, ένα είδος πρωτο-tweet, όπως θα το λέγαμε σήμερα. Το περιεχόμενό τους είναι γεγονότα που οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις δεν είναι συμπτωματική καθώς το υλικό προέρχεται από ειδησεογραφικά πρακτορεία, τοπικές εφημερίδες, τηλεγραφήματα και προσωπικές επιστολές από όλη τη χώρα που έφταναν στα χέρια του συγγραφέα από διάφορες πηγές (1). Τα περιστατικά είναι κάποτε ασήμαντα καθημερινά μικρογεγονότα, κάποτε πιο δραματικά, με μια ξεκάθαρη προτίμηση προς τα εγκλήματα και ατυχήματα πάσης φύσεως, τα οποία το ειρωνικό μειδίαμα του Φελίξ Φενεόν τα αναδεικνύει σε έξοχα εργαλεία κοινωνικής και πολιτικής κριτικής στο fin-de-siècle.

 

 

Ποιος ήταν όμως ο μυστηριώδης Φελίξ Φενεόν;

Η μυθιστορηματική ζωή του Φελίξ Φενεόν κινείται στο τρίπτυχο τέχνη-λογοτεχνία-αναρχία τα οποία διαπλέκονται αξεδιάλυτα μεταξύ τους καθώς το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Η Joan Halperin λέει ότι αναφερόταν στον εαυτό του σαν ένα σημείο στίξης, για την ακρίβεια, σαν ένα «ενωτικό» (2) μεταξύ καλλιτέχνη και κοινού, ρόλος που ταίριαζε και στο αναρχικό του ιδεώδες. Πίστευε στην ομοιότητα όλων των ανθρώπων και επιζητούσε τη διασύνδεση όλων των όντων και την επαφή μέσα από την τέχνη (3).

Ποιος ήταν όμως ο Φελίξ Φενεόν; Λίγοι έχουν ακούσει το όνομά του μέχρι σήμερα αλλά αυτή η μυστηριώδης και αινιγματική φιγούρα κατάφερε –μέχρι τώρα τουλάχιστον– το ακατόρθωτο: ενώ είχε μια πολύ ιδιαίτερη και χαρακτηριστική εμφάνιση (ο Γκιγιόμ Απολινέρ τον χαρακτήριζε «ψευδο-Γιάνκη», ο Αλφρέ Ζαρί (Alfred Jarry) «σάτυρο του Μπρούκλιν» και ο Ρεμί ντε Γκουρμόν (Remy de Gourmont) «Γιάνκη-Μεφιστοφελή» (4)) κατόρθωσε –όχι χωρίς συνειδητή προσπάθεια– να περάσει κάτω από τη μύτη πολλών αναγνωστών και φιλότεχνων πολλές φορές χωρίς να γίνει αντιληπτός, λες και φορούσε έναν αόρατο μανδύα.

Μπορεί μην έχουν ακούσει πολλοί άνθρωποι το όνομά του αλλά το σίγουρο είναι ότι τον έχουν δει ακόμα κι αν δεν τον αναγνωρίζουν, μέσα στο πλήθος ενός από τους πίνακες του Τουλούζ-Λωτρέκ όπου αποτυπώνεται εξαίσια η απατηλή γοητεία της Μονμάρτρης. Ο πίνακας αυτός, παραγγελία της La Goulue η οποία απεικονίζεται στο κέντρο να χορεύει, είναι ένας φόρος τιμής στη ριζοσπαστική, «αντιαστική» κουλτούρα της περιθωριακής Μονμάρτρης που ήταν το κέντρο της μποέμικης ζωής και των αποκλίσεων και λειτουργούσε αντιστικτικά στην ηγεμονική κουλτούρα την οποία απολάμβανε το κεντρικό Παρίσι. Μέσα στο οχυρό αυτών που δεν συμβιβάζονταν με την αστική κουλτούρα κάτω δεξιά στον πίνακα βρίσκεται ο Φελίξ Φενεόν με το εμβληματικό του γενάκι τύπου goatee, δίπλα του με γυρισμένη την πλάτη, ο μικροκαμωμένος Τουλούζ-Λωτρέκ, στη μέση η διάσημη χορεύτρια καν-καν, Ζαν (ή Τζέιν) Αβρίλ, επίσης γνωστή από τους πίνακες του Λωτρέκ, και αριστερά της, ο Όσκαρ Γουάιλντ.

Ο Φελίξ Φενεόν συνδέθηκε με κάποια από τα σημαντικότερα ονόματα του fin-de-siècle στη Γαλλία. Διετέλεσε διορατικός υποστηρικτής καλλιτεχνών, έξοχος κριτικός τέχνης, εκδότης και συντάκτης περιοδικών, διευθυντής γκαλερί και θαυμαστός συλλέκτης έργων τέχνης. Υπήρξε φίλος με τον Μαλλαρμέ και τον Απολιναίρ, εφηύρε τον όρο «νεο-ιμπρεσσιονισμός», επιμελήθηκε την έκδοση των «Εκλάμψεων» του Ρεμπώ, δημοσίευσε τον «Dédale», την πρώτη γαλλική μετάφραση του «Οδυσσέα» του James Joyce ενώ ως διευθυντής σύνταξης του La Revue Blanche προσέλαβε τον Αντρέ Ζιντ ως βιβλιοκριτικό και τον Κλοντ Ντεμπυσσί ως μουσικοκριτικό. Ίδρυσε το La Revue Independante και προώθησε και υποστήριξε καλλιτέχνες –συχνά με ιδία δαπάνη– όπως τους Georges Seurat, Paul Signac, Maximilien Luce, Henri-Edmond Cross, Camille Pissarro, τους Φωβιστές και αργότερα τους Ιταλούς φουτουριστές.

Η προσωπική του συλλογή περιλάμβανε Ματίς, Μοντιλιάνι και Μπρακ αλλά η σημαντικότερη συμβολή του στην τέχνη και ο λόγος για τον οποίο o 21ος αιώνας τον ανακαλύπτει εκ νέου (6) είναι η καλλιτεχνική του διορατικότητα να διαβάσει στην τέχνη των απομακρυσμένων χωρών και πιο συγκεκριμένα της Αφρικής και της Ωκεανίας, κι άλλα στοιχεία πέρα από τα καθαρά ανθρωπολογικά. Μάλιστα, το 1920 συγκέντρωσε ιστορικούς τέχνης, ακαδημαϊκούς, ανθρωπολόγους κ.ά. για μια μεγάλη έρευνα ως απόπειρα να εξισώσει την τέχνη αυτή με τη δυτική, που δημοσιεύτηκε στο Le Bulletin de la Vie Artistique με τίτλο Seront-ils admis au Louvre? («Θα γίνουν αποδεκτοί στο Λούβρο;») (7) .

Ο Φελίξ Φενεόν υπήρξε ένας γρίφος ακόμα και για τους ανθρώπους που βρίσκονταν πολύ κοντά του. Έκανε διπλή ζωή καθώς το πρωί εργαζόταν ως κρατικός υπάλληλος στο Υπουργείο Πολέμου της Γαλλίας και το βράδυ ήταν ένας αφοσιωμένος αναρχικός που έγραφε συχνά άρθρα εναντίον του κράτους (8). Όπως πολλοί διαννοούμενοι στην δεκαετία από το 1885 και μετά, ο Φελίξ Φενεόν είχε ασπαστεί τα αναρχικά ιδεώδη. Δεν έμενε όμως μόνο στο θεωρητικό κομμάτι. Πήγαινε σε συναντήσεις των αναρχικών, ήταν φίλος με τον Émile Henry, τον εικοσάχρονο βομβιστή του Café Terminus (9) και ως οπαδός της propagande par le fait («προπαγάνδας της πράξης»), διατηρούσε επιμελώς έναν ογκώδη φάκελο στην αστυνομία τον οποίο φρόντιζε να ενημερώνει συχνά με τις δραστηριότητές του. Το αποκορύφωμα ήταν τον Αύγουστο του 1894 όπου συνελήφθη μαζί με άλλα 29 άτομα και προφυλακίστηκε για τη βομβιστική ενέργεια στο ισόγειο εστιατόριο του ξενοδοχείου Foyot όπου σύχναζαν πολλοί πολιτικοί, στο πλαίσιο μιας σειράς αναρχικών επιθέσεων εκείνης της εποχής ως αντίδραση στους αντιτρομοκρατικούς νόμους που έγιναν γνωστοί ως lois scélérates (10) όπως για παράδειγμα και η δολοφονική επίθεση με μαχαίρι εναντίον του προέδρου Marie François Sadi Carnot .

Προφυλακίστηκε και δικάστηκε μαζί με τους υπόλοιπους σε μια δίκη που έμεινε γνωστή ως η Δίκη των Τριάντα. Στους τρεις μήνες που πέρασε στη φυλακή Mazas μετέφρασε «Το αββαείο του Νορθάνγκερ» της Τζέιν Ώστεν.

Ο μαικήνας των γραμμάτων Ταντέ Νατανσόν (Thadée Natanson) παρόλο που δεν γνώριζε προσωπικά τον Φελίξ Φενεόν ως τότε προσέλαβε ως δικηγόρο του, τον Εντγκάρ Ντεμάνζ (Edgar Demange) ο οποίος στο τέλος της ίδιας χρονιάς θα αναλάμβανε και την υπόθεση Ντρέιφους (11). Μετά το πέρας της δίκης ο Φελίξ Φενεόν αφέθηκε ελεύθερος, έχασε τη δουλειά και το σταθερό του εισόδημα, εξασφάλισε μόνιμη παρακολούθηση από την αστυνομία για την επόμενη εικοσαετία και δέχτηκε την πρόταση του Ταντέ Νατανσόν να γίνει αρχισυντάκτης του επιδραστικού λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού περιοδικού που είχε ιδρύσει ο ίδιος, La Revue Blanche. Χαρακτηριστικό του βιώματος του στη φυλακή είναι η παρακάτω αυτοπροσωπογραφία που θυμίζει τον χαρακτηρισμό του Γκουρμόν ως Μεφιστοφελή, όπου έχει σχεδιάσει το κεφάλι του να κρέμεται από ένα καρφί να κοιτάζει με έντονο βλέμμα τον θεατή (12).

Μετά τη δίκη ο Φελίξ Φενεόν εργάστηκε επίσης ως συντάκτης στην εφημερίδα Le Matin απ’ όπου συγκεντρώθηκε και το υλικό για τις Ιστορίες σε τρεις γραμμές. Το υλικό αυτών των ιστοριών κάποιες φορές έχει ανεκδοτολογικό χαρακτήρα, κάποιες είναι ιστορίες της διπλανής πόρτας, κάποιες είναι πραγματικά εξωφρενικές και άλλες μακάβρια τραγικά παιχνίδια της τύχης, της μοίρας, του έρωτα, της κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας. Απαντήσεις δεν δίνουν αλλά χρησιμεύουν σαν πολύ καλές ερωτήσεις. Διατηρούν συχνά τα δημοσιογραφικά στοιχεία, ονοματεπώνυμα, τοπωνύμια, ηλικίες, επαγγέλματα, κάνουν μια περίληψη του γεγονότος συχνά καταφεύγοντας στις προφανείς εικασίες για τα κίνητρα και ο σχολιασμός του συγγραφέα κρύβεται στα συντακτικά παιχνίδια, όσα τέλος πάντων μπορούν να χωρέσουν μέσα σε τρεις μόνο γραμμές.

Η κυρία Βιβάν, από την Αρζεντέιγ, δεν υπολόγισε τον ζήλο του ιδιοκτήτη του πλυντηρίου Μέιχιου, ο οποίος περισυνέλεξε από τον Σηκουάνα αυτή την απελπισμένη πλύστρα.

Στην παραπάνω την πρόταση για παράδειγμα, μαθαίνουμε από την αρχή το όνομα και τον τόπο κατοικίας μιας κυρίας που ονομάζεται Βιβάν, στη συνέχεια βλέπουμε ότι κάτι έκανε και χωρίς να ξέρουμε ακόμα τι, βλέπουμε να εμφανίζεται με ζήλο στη σκηνή ένας κάποιος Μέιχιου που στη συνέχεια μαθαίνουμε και την επαγγελματική του ιδιότητα, δηλαδή αυτή του ιδιοκτήτη πλυντηρίου. Μόνο στο τέλος της πρότασης βλέπουμε από την αντίδραση του Μέιχιου, ο οποίος τη μαζεύει από τον Σηκουάνα, την ψυχική της κατάσταση, ότι δηλαδή ήταν απελπισμένη, πράγμα που υποδηλώνει ότι δεν ήταν ένα ατύχημα αλλά μια απέλπιδα απόπειρα αυτοκτονίας. Το γεγονός ότι αυτή ήταν μια πλύστρα και ο διασώστης της ιδιοκτήτης πλυντηρίου επιτρέπουν στη φαντασία μας να αρχίσει να τρέχει για να καλύψει τα κενά της ιστορίας. Είναι σύνηθες αυτό το συντακτικό παιχνίδι στις ιστορίες του Φενεόν· καθυστερώντας πληροφορίες που αποκαλύπτουν το γεγονός προκρίντας άλλες λεπτομέρειες, δημιουργεί ένα μικρό ενδοπροτασιακό δράμα, ένα whodunnit, κατά τα πρότυπα των κλασικών αστυνομικών ιστοριών.

Πολλές από τις ιστορίες οδηγούνται στον θάνατο (σε κάθε σελίδα πεθαίνουν τουλάχιστον έξι με εφτά άτομα) κάποιες μας σοκάρουν με έναν κατάφωρο ρεαλισμό κι άλλες με ένα έντονο εικονογραφικό στοιχείο:

Το πτώμα του εξηντάχρονου Ντορλέ ταλαντευόταν πέρα-δώθε σε ένα δέντρο στην Αρκέιγ με μια επιγραφή που έλεγε: «Πολύ γέρος για να δουλέψει».

Το σαρκαστικό χαμόγελο του Φελίξ Φενεόν για τα ανθρώπινα κρύβεται στην παιγνιώδη σύνταξη, στην επιλογή των επιρρημάτων και τις επιρρηματικές φράσεις που αναδεικνύουν το κωμικό στοιχείο κάθε ιστορίας γιατί μικρή σχέση έχουν με την υπόθεση

Καθώς ήταν σκυμμένος και θειάφιζε το αμπέλι του, ένας κάτοικος του Μπομουάζ δέχτηκε στη μέση μια σφαίρα από τον κουνιάδο του Γκοτί, ο οποίος ωστόσο είναι ηλικίας εξήντα ετών.

ή με την αναφορά πλεοναστικών λεπτομερειών όπως ποσοδεικτικά επίθετα, λεξικά συμπλέγματα και στερεότυπες εκφράσεις που λειτουργούν ως ένα λέξημα ή παγιωμένες εκφράσεις που έχουν μια κάποια ποσοτική διαφορά σε σχέση με το γεγονός και προκατασκευασμένα λεξικά σχήματα όπως φόρμουλες και κλισέ που χρησιμοποιούνται ειρωνικά.

Κρίνοντας υπέρ το δέον αυστηρά την κόρη του, δεκαεννέα ετών, ο ωρολογοποιός Ζαγιά, από το Σεν-Ετιέν, τη δολοφόνησε. Η αλήθεια είναι ότι του περισσεύουν ακόμα άλλα έντεκα παιδιά.

Ο Φελίξ Φενεόν εργάστηκε στη συνέχεια για είκοσι χρόνια ως διευθυντής της γκαλερί Bernheim-Jeune (13) με το ίδιο καλλιτεχνικό όραμα και κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου άρχισε να αποστασιοποιείται από τον αναρχισμό και μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων ήρθε πιο κοντά στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Είχε ένα μοναδικό χάρισμα να στρέφει τον προβολέα στους άλλους κρατώντας για τον εαυτό του παρασκηνιακό ρόλο το οποίο διατήρησε και μέχρι το τέλος της ζωής του αφού απέρριψε όλα τα αιτήματα να γράψει τα απομνημονεύματά του ή να επιτρέψει να εκδοθούν ξανά τα άρθρα και τα δοκίμιά του: «Δεν επιθυμώ τίποτα άλλο παρά μόνο τη σιωπή», είπε και πέθανε το 1944 στο Châtenay-Malabry, σε ηλικία 82 ετών. Αυτή τη σιωπή μπορεί να την ερμηνεύσει κανείς με πολλούς τρόπους και γι’ αυτό οι σιωπές είναι συνήθως δυσερμήνευτες. Κι αφού τον δυσαρεστήσαμε μετά θάνατον εκδίδοντας τούτο το μικρό βιβλιαράκι, ας αφήσουμε τουλάχιστον αυτή του τη φράση να μείνει στο σκοτάδι.

 

Βίκυ Λιακοπούλου, μεταφράστρια του βιβλίου

 

Η Βίκυ Λιακοπούλου γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα. Έχει σπουδάσει Γαλλική Φιλολογία και Θεατρικές Σπουδές στη Φιλοσοφική Αθηνών, έχει ένα μεταπτυχιακό στην Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ένα δεύτερο στις Ψηφιακές Επιστήμες για τις Ανθρωπιστικές Σπουδές από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κατά διαστήματα έχει διδάξει γαλλική γλωσσα και λογοτεχνία, θεατρική αγωγή και αρχαίο δράμα. Είναι μέλος της ελληνικής κριτικής επιτροπής στον διετή θεατρικό διαγωνισμό που οργανώνει το European Network for Drama in Translation και έχει κάνει μεταφράσεις για τις εκδόσεις Έρμα, Πλέθρον, Αιγόκερως. Ζει στα Εξάρχεια με τον σκύλο της τον Σούμπερτ, εργάζεται ως μεταφράστρια ενώ απασχολείται και στον χώρο των ψηφιακών ανθρωπιστικών σπουδών.

Σημειώσεις της μεταφράστριας για τις Ιστορίες σε τρεις γραμμές:
1. Wolfgang Asholt, «Entre Esthétique Anarchiste Et Esthétique D’avant-Garde: Félix Fénéon Et Les Formes Brèves», στο Revue D’ Histoire Littéraire De La France, τχ. 99, ν. 3, 1999, σ. 513.
2. Και στα γαλλικά ο όρος δείχνει τη σύνδεση, trait d’ union, δηλαδή σημείο ένωσης.
3. Joan Halperin, «Preface, Portraits of Félix Féneon» στο «Félix Féneon: The Anarchist and the Αvant-Garde, Starr Figura, Isabelle Cahn and Philippe Peltier (eds.)., σ.13, κατάλογος της έκθεσης Félix Féneon: The Anarchist and the Αvant-Garde-From Signac to Matisse and beyond, Museum of Modern Art, New York, 2020.
4. Βλ. την εισαγωγή του Luc Sante στην έκδοση του βιβλίου από το New York Review Books (Novels in three lines, Νέα Υόρκη 2007, σ. ΧΙ).
5. Γάλλος φωτογράφος και κινηματογραφιστής, γνωστός κυρίως για τις φωτογραφίες διασημοτήτων και τις φωτογραφίες από την Παρισινή Κομμούνα.
6. Οι εκθέσεις που διοργανώθηκαν γι’ αυτόν από το 2019 έως το 2020:
Félix Féneon (1861-1944): Les Arts lointains, Musée-du-quai Branly-Jacques Chirac, Παρίσι, 28 Μαϊου-29 Σεπτεμβρίου 2019,
Félix Féneon: Les Temps nouveaux, de Seurat à Matisse, Musée de l’ Orangerie, Παρίσι, 16 Οκτωβρίου-27 Ιανουαρίου 2020,
Félix Féneon: The Anarchist and the Avant-Garde-From Signac to Matisse and Beyond, The Museum of Modern Art, Νέα Υόρκη, 22 Μαρτίου-25 Ιουλίου, 2020.
7. https://gallica.bnf.fr/ark:/12148/cb32724994w/date1920.
8. Έγραφε στην αναρχική εφημερίδα L’En-Dehors του Zo d’Axa και την άνοιξη του 1899 δημοσίευσε ένα φυλλάδιο με άρθρα των Pressensé, Pouget και Blum με τίτλο Les Lois scélérates de 1893-1894, σχετικά με τους τρεις ομώνυμους διαδοχικούς νόμους σχετικά με τη διάδοση της αναρχικής ιδεολογίας και την κυκλοφορία του αναρχικού τύπου. https://gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k836767.pdf.
9. Αυτή θεωρείται η πρώτη σύγχρονη τρομοκρατική πράξη. Στην επίθεση σκοτώθηκε ένα άτομο και τραυματίστηκαν άλλα είκοσι, ενώ ο νεαρός αναρχικός κατέληξε στη γκιλοτίνα. Βλ. Preface και Prologue στο John Merriman, The Dynamite Club: How a bombing in Fin-de-Siècle Paris Ignited the Age of Modern Terror, Yale University Press, 2016.
10. Για την επιστροφή αυτών των νόμων της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας, βλ.Raphaël Kempf, Le retour des lois scélérates στη Le Monde Diplomatique, Ιανουάριος 2020, σ. 14-15, https://www.monde-diplomatique.fr/2020/01/KEMPF/61188.
11. Στις 15 Ιανουαρίου 1898, στην εφημερίδα Le Temps, ο Εμίλ Ζολά δημοσίευσε ένα Μανιφέστο των Ανθρώπων των Γραμμάτων για την υποστήριξη του Ντρέιφους όπου στα ονόματα που υπογράφουν το ψήφισμα βρίσκεται και το όνομα του Φελίξ Φενεόν με την ιδιότητα του αρχισυντάκτη του περιοδικού La Revue Blanche. https://gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k235489w/f1.item.zoom.
12. Βλέπε τις πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις της Joan Halperin για υπόμνηση της πρακτικής της γκιλοτίνας καθώς και για τη σύνδεση της αυτοπροσωπογραφίας με τη βομβιστική επίθεση, ό.π., σ. 15.
13. Σχετικά με τη δημιουργία και την τύχη της καταπληκτικής συλλογής έργων τέχνης που διέθετε βλ. τη μαρτυρία του βοηθού του στη γκαλερί ο οποίος αναφέρει ότι «στερούνταν τα πάντα για να καταφέρει να τη δημιουργήσει ως άλλος μπαλζακικός ήρωας», στο Starr Figura, Isabelle Cahn & Philippe Peltier, Félix Féneon: The Anarchist and the Avant-Garde στον ομώυνυμο κατάλογο της έκθεσης Félix Féneon: The Anarchist and the Αvant-Garde-From Signac to Matisse and beyond, Museum of Modern Art, New York, 2020, σ. 28.

 

 

Πηγή:  ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ, ΜΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

 

 

You may also like

Leave a Comment