Αναστάσης Βιστωνίτης
Η συμμαχία με τον διάβολο
Το σημαντικότερο έργο του Κλάους Μαν «Μεφίστο» μέσα από την ιστορία ενός οπορτουνιστή ηθοποιού περιγράφει την ηθική έκπτωση και την αθλιότητα του γερμανικού Τρίτου Ράιχ.
Το μεσαιωνικό θέμα της συμφωνίας με τον Διάβολο έχει στοιχειώσει τη δυτική λογοτεχνία. Και μάλιστα, αρκετά μετά τον Φάουστ του Γκαίτε, αναπτύχθηκε και η θεωρία περί φαουστικού χρόνου, ως αντίθετη στην ελληνική περί απολλώνιου χρόνου. Αυτό είναι και το θέμα του αριστουργήματος του Τόμας Μαν, Δόκτωρ Φάουστους (1947), εφάμιλλο του Μαγικού βουνού του ίδιου. Ο γιός του, Κλάους Μαν, όμως με το Μεφίστο προηγήθηκε κατά έντεκα χρόνια. Βέβαια, το μυθιστόρημα του γιου δεν μπορεί να συγκριθεί με το opus magnum του πατέρα. Παραμένει όμως ένα βιβλίο εξαιρετικό και δεν είναι τυχαίο που αγαπήθηκε και εντός και εκτός Γερμανίας. Απόδειξη ότι αυτή η νέα και άψογη μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου είναι η τρίτη που εκδίδεται στη γλώσσα μας, παρά το ότι και η μετάφραση της Σοφίας Αυγερινού που κυκλοφόρησε τον περασμένο Δεκέμβριο από τις εκδόσεις Ερμα είναι επίσης πολύ καλή.
Ένα «μοχθηρό» μυθιστόρημα
Ποια συμφωνία με τον Διάβολο όμως περιγράφει ο Κλάους Μαν και μάλιστα τόσο πρώιμα, αν μάλιστα σκεφτεί κανείς πως τις καταστροφικές της συνέπειες η Γερμανία (και ο κόσμος) θα τις πλήρωνε μερικά χρόνια αργότερα; Το Μεφίστο είναι ένα παθιασμένο (όπως και ο συγγραφέας του) και σατιρικό – σαρκαστικό θα έλεγα (ή «μοχθηρό», όπως το ήθελε ο ίδιος) – μυθιστόρημα με πάμπολλα αυτοβιογραφικά στοιχεία, αφού ο κεντρικός του ήρωας Χέντρικ Χέφγκεν ήταν πραγματικό πρόσωπο. Πρόκειται για τον διάσημο γερμανό ηθοποιό Γκούσταφ Γκρίντγκενς που για μεγάλο διάστημα είχε στενούς δεσμούς με τον Κλάους Μαν. Αμφότεροι ήταν ομοφυλόφιλοι, υπήρξαν μάλιστα και εραστές.
Τα αυτοβιογραφικά στοιχεία είναι συχνά αναπόφευκτα σε ένα μυθιστόρημα εποχής, όπως το Μεφίστο, όπως και το γεγονός ότι πολλοί χαρακτήρες παραπέμπουν σε πραγματικά πρόσωπα. Για να μείνουμε στα πιο χτυπητά παραδείγματα: Ο Χοντρομοπαλάς είναι ο Χέρμαν Γκέρινγκ, η Λότε Λίτενταλ, μια δευτέρας κατηγορίας ηθοποιός, είναι η Εμι Ζόνεμαν, σύζυγος του Γκέρινγκ, ενώ στο πρόσωπο της Μπάρμπαρα Μπρούκνερ, συζύγου του Χέφγκεν, ο Κλάους Μαν απέδωσε κάποια χαρακτηριστικά της αδερφής του, Ερικας.
Αυτά και πολλά άλλα, τα οποία σχετίζονται με τις εκδοτικές περιπέτειες του Μεφίστο εντός και εκτός Γερμανίας, περιγράφονται αναλυτικά στις δύο εισαγωγές που περιλαμβάνονται στην έκδοση της Αγρας. Η πρώτη από τον τόμο Ruhe gibt es nicht, bis zum Schluss. Klaus Mann (1906–1949), Bilder und Dokumente των εκδόσεων Rowohtl Taschenbuch και η δεύτερη της μεταφράστριας Μαργαρίτας Ζαχαριάδου. Είναι εξαιρετικά χρήσιμες για ένα μυθιστόρημα εποχής σε συνδυασμό με την αυτοβιογραφία Σημείο καμπής του Κλάους Μαν που επενεξεδόθη εφέτος από τον Εξάντα. Αποτελούν το πλαίσιο ή, αν θέλετε, την ενδοχώρα.
Το βιβλίο δεν είναι απλό μυθιστορηματικό χρονικό. Αναδεικνύει την κατάπτωση μιας κοινωνίας στην εποχή του φασισμού, τη διαφθορά της εξουσίας και την ηθική καταβαράθρωση της Γερμανίας. Κι αυτά ξεπερνούν το πεδίο της σάτιρας. Ο Κλάους Μαν ήταν 30 ετών όταν εξέδωσε αυτοεξόριστος στο Αμστερνταμ το Μεφίστο. Ακουγε όμως από νωρίς καλύτερα από πολλούς άλλους τη «βουή των πλησιαζόντων γεγονότων» – ακόμα κι από τον πατέρα του, που πείστηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία μόνο έπειτα από πιέσεις της γυναίκας και της κόρης του.
«Ο φασισμός είναι θέατρο»
O κεντρικός ήρωας Χέντρικ Χέφγκεν είναι ταλαντούχος ηθοποιός. Το Μεφίστο καλύπτει δέκα χρόνια της ζωής του: από το 1926, όταν αρχίζει η σταδιοδρομία του στο Θέατρο Τέχνης του Αμβούργου, ως το 1936, όταν γίνεται ο αγαπημένος ηθοποιός του Γ΄ Ράιχ. Στην αρχή έχει προοδευτικές ιδέες. Το 1933 βρίσκεται στο Παρίσι όταν ο Χίτλερ γίνεται καγκελάριος. Και τότε γεννιέται μέσα του το δίλημμα: να παραμείνει εκτός Γερμανίας σαν εμιγκρές ή να επιστρέψει στη χώρα του υπογράφοντας συμφωνία με τον Διάβολο, δηλαδή τη ναζιστική εξουσία; Διαλέγει τη συμφωνία.
Αλλά γιατί; Κι εδώ ο Μαν προβαίνει σε μια ιδιοφυή μεταφορά: ο Χέφγκεν είναι ηθοποιός, ξέρει να προσποιείται. Ανήκει όμως σ’ εκείνη την κατηγορία που, προκειμένου να πετύχει, κάνει κάθε είδους συμβιβασμό φτάνοντας ως την προδοσία. Αν το ψέμα είναι δομικό στοιχείο της θεατρικότητας, όταν αυτή προεκτείνεται στην κοινωνία έχει καταστροφικά αποτελέσματα. Η θεατρικότητα του ναζιστικού καθεστώτος ήταν το ψέμα ως παράσταση, η απόλυτη προδοσία. Πολλά χρόνια αργότερα ένας άλλος συγγραφέας που έγραψε εξαιρετικά θεατρικά έργα, ο Ζαν Ζενέ, το είπε σε μία φράση: «Ο φασισμός είναι θέατρο» – κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τη ναζιστική Γερμανία.
Ενας τευτονικός Αμλετ
Ο Χέφγκεν (δηλαδή, ο Γκρίντγκενς) δεν ήταν όσο αδίστακτος θα φανταζόταν κανείς. Στην πραγματικότητα, στο πρόσωπό του ο Κλάους Μαν έβλεπε την ηθική και κοινωνική κατάρρευση της χώρας του. Ο Γκρίντγκενς μάλιστα είχε ενεργήσει πολλές φορές ώστε να απελευθερωθούν γερμανοί αντιναζιστές από τα κρατητήρια της Γκεστάπο και πολλοί Εβραίοι να διαφύγουν στο εξωτερικό. Γι’ αυτό άλλωστε απαλλάχθηκε από κάθε κατηγορία την περίοδο της αποναζιστικοποίησης της χώρας μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Κλάους Μαν όμως δεν τον συγχώρησε ποτέ και ούτε αναίρεσε μετά τον πόλεμο έστω και μία φράση από το Μεφίστο. Στο 10ο κεφάλαιο του βιβλίου (Η απειλή), περιγράφεται η «θριαμβευτική» -αλλά ουσιαστικά εντελώς αποτυχημένη – παράσταση του «Αμλετ» με πρωταγωνιστή τον Χέφγκεν. Πώς μπορεί να παίξει τον ρόλο του Αμλετ ένας ηθοποιός που είχε καταντήσει «μαϊμού της εξουσίας»; Ο ρόλος αυτός θα είναι η αποθέωση της καριέρας του αλλά δεν μπορεί να τον παίξει αφού έχει ξεπουλήσει τα πάντα στα μαντρόσκυλα της εξουσίας. Ο Μαν τον βάζει να «διαλέγεται» με τον δανό πρίγκιπα: ο Χέντρικ λέει πως «θα είναι καλλιτέχνης μόνο αν θα γίνει ο Αμλετ». Η απάντηση του Αμλετ είναι καταπέλτης. Την παραθέτω στη μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου: «Δεν είσαι ο Αμλετ. Δεν έχεις την ευγένεια που μόνο με τα βάσανα και τον αγώνα κερδίζεται. Εσύ δεν έχει υποφέρει αρκετά και από τον αγώνα σου το μόνο που αποκόμισες τελικά είναι ένας ωραιότατος τίτλος κι ένας κρατικός μισθός. Δεν είσαι ευγενής είσαι απλώς μια μαϊμού της εξουσίας, ένας παλιάτσος που διασκεδάζει δολοφόνους».
Ενα μυθιστόρημα εποχής συνεπάγεται αποτύπωση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της κατά τρόπο που να μην επιδέχεται αμφισβήτηση. Τα πρόσωπα που κινεί ο Μαν είναι ολοζώντανα, παρόντα, ενεργά, ακόμη κι όταν ο συγγραφέας τα ανάγει στο επίπεδο της καρικατούρας. Το πέρασμα από την περίοδο της Βαϊμάρης στη χιτλερική εποχή επίσης. Το στοιχείο της συνενοχής των προσώπων της εξουσίας με τα πρόσωπα που είχαν σημαίνουσα θέση στην κοινωνία είναι και αυτό πανταχού παρόν.
Η επιλογή συνιστά στάση ζωής – δεν πρόκειται για περιστασιακό φαινόμενο. Οσον αποτροπιασμό προκαλούν τα πρόσωπα της ναζιστικής εξουσίας τόσο και εκείνοι του την υπηρέτησαν εν ονόματι μιας δόξας που έτσι δεν τους ανήκε. Επί του προκειμένου, δεν εξαιρούνται ούτε οι παλιοί φίλοι – το αντίθετο. Ο Χέφγκεν, προκειμένου να γίνει ο υπ’ αριθμόν ένα ηθοποιός, σκοτώνει συνειδητά μέσα του τον ηθοποιό, παρά την εσωτερική δυστυχία που βιώνει στο τελευταίο κεφάλαιο. Θα ήταν υπερβολή να ισχυριζόταν κανείς πως εκπροσωπεί μια χώρα, αλλά αυτό ίσως και να μην απέχει πολύ από την αλήθεια.
Έναν μήνα πριν από την αυτοκτονία του ο Κλάους Μαν προσπάθησε να επανεκδώσει το Μεφίστο στη Δυτική Γερμανία. Ο εκδότης στον οποίο απευθύνθηκε του συνέστησε να το εκδώσει στην Ανατολική Γερμανία. Και έτσι συνέβη. Το Μεφίστο επανεκδόθηκε μεταπολεμικά για πρώτη φορά εκεί το 1956. Στη Δυτική Γερμανία υπήρξε δικαστική απόφαση που απαγόρευε την επανέκδοσή του. Κυκλοφόρησε μόλις το 1981 και έγινε αμέσως μπεστ σέλερ. Η λογοτεχνία πρώτης γραμμής διαθέτει τη δύναμη να εκδικείται.
Δεν είναι του παρόντος η σχέση του Κλάους με τον διάσημο πατέρα του. Προκαλεί σοκ εν τούτοις το γεγονός πως όταν αυτοκτόνησε ο Κλάους, ο Τόμας Μαν βρισκόταν για μια σειρά διαλέξεων στη Σουηδία. Δεν τις διέκοψε και δεν παρέστη στην κηδεία του γιου του.
Πηγή: εφημερίδα Το Βήμα (31/7/2020)